«Εγώ που λες, φίλε Goldie, ήμουν κάποτε το χειρότερο απόβρασμα της γης. Ακόμα και τα Σαγόνια του Καρχαρία είχαν περισσότερους φίλους από μένα. Τα άλλα κατσικόφτερα με φτύναν και με κοπανάγανε όλη την ώρα, με την ηλίθια δικαιολογία ότι τάχαμου ήμουν το πλέον βαρετό, μονότονο, average κατσικόφτερο. Κάτι σαν τις νοικοκυρές που σπάζονται άμα βλέπουν στην τηλεόραση σειρές που τους θυμίζουν τη ζωή τους ενώ γουστάρουν ιδιαίτερα σαπουνόπερες με ίντριγκες, αιμομιξίες, πόρνες και αλητήριους.»
-«Και γιατί δεν τους έκλανες όλους να κάνεις παρέα με κανένα σοβαρό πλάσμα;» ρώτησε το Χρυσόψαρο, με μάτια βουρκωμένα από συγκίνηση στο άκουσμα του παραπάνω Γολγοθά.
-«Μα δεν ήταν πάντοτε έτσι ρόδινα τα πράγματα για εμάς τα Κατσικόφτερα», απάντησε το Κατσικόφτερο. «Όλα τα άλλα πλάσματα μας σιχαίνονταν και μας απέφευγαν όπως ο διάολος το λιβάνι. Εγώ όμως άλλαξα τα πάντα. Έλυσα ταυτόχρονα το πρόβλημα της κοινωνικής αποδοχής των Κατσικόφτερων και το προσωπικό μου πρόβλημα.»
-«Μα πώς το πέτυχες αυτό;» Ρώτησε εκστασιασμένο το χρυσόψαρο. Η ιστορία είχε αρχίσει να του φαίνεται οικεία και αναρωτιόταν μήπως το snob και high κατσικόφτερο έκρυβε την απάντηση στα προβλήματά του.
-«Ήταν δύσκολο, αλλά τα κατάφερα» κορδώθηκε το κατσικόφτερο.
«Χρειάστηκε να καθαρίσω όλα τα άλλα κατσικόφτερα. Δηλητηρίασα το νερό τους, αλλά φυσικά αυτό δεν ήταν αρκετό. Ούτε οι ανατινάξεις σχολείων μπορώ να πω πως έλυσαν το πρόβλημα. Στο τέλος χρειάστηκε να οργανώσω ένα οπτικοακουστικό υπερθέαμα στο οποίο προσεκλήθησαν τα εναπομείναντα κατσικόφτερα δήθεν για ηθική συμπαράσταση στις συμφορές που τα είχανε βρει. Τα έκλεισα λοιπόν εκεί μέσα και πεθάνανε από την πείνα. Τέρμα πια στην κοινωνική απομόνωση. Τώρα τα κατσικόφτερα, δηλαδή εγώ, είναι προστατευόμενο είδος και άρα περιζήτητα στις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις. Άρα χέστηκα στο τάλαρο και είμαι και τρομερά δημοφιλής. Εξάλλου τα άλλα κατσικόφτερα δε με ενοχλούν πια χάρη στο τέλειο σχέδιό μου!».
-«Χιχι, σωστά, αφού τα καθάρισες όλα...»
-«Γχμμμ....εεεε....ναι, η αλήθεια είναι ότι το σχέδιό μου δεν ήταν και τόσο τέλειο» ομολόγησε ντροπιασμένο το κατσικόφτερο. «Μια τυφλή και κουφή γριά κατάφερε να μου γλιτώσει, αφού όπως καταλαβαίνεις το οπτικοακουστικό υπερθέαμα δεν την ενδιέφερε ιδιαίτερα. Μπορούσα βέβαια να τη σκοτώσω όταν την ανακάλυψα έξω από την αίθουσα του θεάματος, αλλά αποφάσισα να την κρατήσω για τις σεξουαλικές μου ανάγκες».
Το χρυσόψαρο συνέχισε το δρόμο του, βαθιά επηρεασμένο από τη συζήτηση με το κατσικόφτερο.
«Να ένας τύπος που ήξερε τι ήθελε και πώς να το πετύχει» σκεφτόταν. «Όχι σαν εμένα, που τόσο καιρό έχω αφεθεί στη σαγήνη του κρουασανατζή. Μα τι έχω πάθει επιτέλους; Μήπως έγινα μέρος του συστήματος; Μήπως το σύστημα έγινε μέρος του εαυτού μου; Μήπως έχω ξεφύγει τελείως;»
Αυτά κι άλλα τόσα σκεφτόταν το χρυσόψαρο, περπατώντας ώσπου το βρήκε η νύχτα...
1 σχόλιο:
Σχόλιο: η ιστορία του κατσικόφτερου γράφτηκε πολύ μετά από όλα τα άλλα. Αυτό έγινε επειδή:
α) Όλοι εμείς οι μεγάλοι συγγραφείς επιστημονικής/ηρωικής φαντασίας (ο Moorcock, ο Tolkien, εγώ...) γουστάρουμε να γράφουμε εμβόλιμες ιστορίες στα έπη μας όταν πια έχουμε ωριμάσει και τα βλέπουμε όλα με ψύχραιμη και διαφορετική ματιά.
β) Είχα έμπνευση.
Παρατηρήστε ότι ο συγγραφέας αντιγράφει αυτή τη φορά στεγνότατα (γιατί δε μπορούμε να μιλήσουμε για επιρροές), το Interesting Times του Pratchett και δευτερευόντως τον τρόπο που θα σκέφτονταν ο Ford Prefect στο HGTTG.
Επίσης πρόκειται για μια ρεαλιστική απεικόνιση του ακριβούς μεγέθους του εγωισμού μου όταν είμαι σε εγωιστικό mood.
Δημοσίευση σχολίου