5.8.05

Η ιδιαιτερότητα της Ελληνικής Γλώσσας

(κριτική στο ομότιτλο κείμενο του Γ. Μπαμπινιώτη, όπως εμφανίζεται στο "Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας" εκδ. Ιουλ. 1998, σ.σ. 17-18, ενώ στο ίδιο γενικό πνεύμα βρίσκεται όλη η εισαγωγή του Λεξικού, σ.σ. 17-26)

α) Συστημική θεώρηση
Οι γλώσσες, αν πάρουμε αυστηρά τον όρο και δεν παραβλέψουμε καμία (οσοδήποτε απειροελάχιστη) διαφοροποίηση, είναι τουλάχιστον τόσες όσες και οι άνθρωποι. Καθένας μας μιλάει μία (τουλάχιστον) γλώσσα με εντελώς ατομικά χαρακτηριστικά, όσο φαινομενικά αμελητέα και αν είναι αυτά (πολύ χαζό παράδειγμα: μπορεί να λέει "στεναχωρήθηκα" ή "στενοχωρήθηκα"). Νομίζω υπάρχει και λέξη για αυτές τις ατομικές γλώσσες, "ιδιόγλωσσα" ή κάτι τέτοιο. Συνενοούμαστε στο βαθμό που υποσύνολα των ατομικών μας γλωσσών αλληλοεπικαλύπτονται. Όσο μεγαλύτερη η ανάγκη να συνενοούμαστε, τόσο περισσότερη και η αλληλοεπικάλυψη. Το -αρκετά αυθαίρετα και fuzzy ορισμένο- κοινό υποσύνολο ενός ικανοποιητικά μεγάλου αριθμού ατομικών γλωσσών, είναι η γλώσσα όπως αντιλαμβανόμαστε τον όρο οι περισσότεροι. Πρόκειται εμφανώς για ένα αναδυόμενο χαρακτηριστικό (emergent feature) του πολύπλοκου συστήματος που συνιστούν οι ατομικές γλώσσες.

Μία αξιοσημείωτη ιδιότητα των αναδυόμενων χαρακτηριστικών είναι ότι εμφανίζουν ικανοποιητική τάξη. Μπορεί στις ατομικές μας γλώσσες να γίνεται της πουτάνας από μικρές ή μεγαλύτερες διαφορές, αν όμως πρέπει να συνενοηθούμε όλοι, είναι προφανές ότι η "κοινή" γλώσσα πρέπει να είναι λίγο τακτική. Δε γίνεται να υπάρχουν (τουλάχιστον δε γίνεται να υπάρχουν υπερβολικά πολλές) διαφωνίες για τους κανόνες της, διότι οι κανόνες έχουν έμμεσο σημασιολογικό βάρος. "έδειρα" δεν σημαίνει (στη Νέα Ελληνική) το ίδιο με "έδερνα", παρ' όλο που στις ατομικές γλώσσες πολλών άπειρων ομιλητών χρησιμοποιείται μόνο το δεύτερο. Σε ένα νομικό κείμενο κανένας δε θα τα μπέρδευε αυτά τα δύο, διότι η διαφορά ανάμεσα στο "έδειρα τη γυναίκα μου" και στο "έδερνα τη γυναίκα μου" μπορεί να μετράται σε μερικές δεκαετίες λιγότερες ή περισσότερες πίσω από τα κάγκελα.

Κάπως έτσι καταλήγουμε διά της τεθλασμένης σε μία θεμελιώδη αρχή της Γενικής Γλωσσολογίας: στη συγχρονική τους εξέταση[*], η μεταβολή των γλωσσικών στοιχείων (π.χ. πτώσεις, εγκλίσεις, σύνταξη αλλά και το γεγονός ότι υπάρχουν πτώσεις, εγκλίσεις, σύνταξη) υπακούει σε καλά ορισμένους κανόνες, τουλάχιστον τον περισσότερο καιρό και με εξαιρέσεις που συνήθως μπορούν να ερμηνευθούν ικανοποιητικά. Με άλλα λόγια, η "κοινή" γλώσσα έχει κανόνες, οι οποίοι προκύπτουν από την ανάγκη να είναι κοινή.

Όλα αυτά είναι πάρα πολύ ωραία, αλλά δεν έχουμε εξετάσει πώς μεταβάλλεται το όλο σύστημα στον άξονα του χρόνου. Βασικά παίζουν πολλά feedback loops αλλά επειδή βρισκόμαστε στις θεωρητικές επιστήμες προτιμάται ο όρος "διαλεκτικές σχέσεις". Υπάρχει διαλεκτική σχέση μεταξύ ατομικών γλωσσών (η οποία οδηγεί αφενός στην ανάδυση της κοινής γλώσσας και αφετέρου σε μεταβολές των ατομικών γλωσσών). Υπάρχει διαλεκτική σχέση μεταξύ ατομικών γλωσσών και κοινής γλώσσας, ειδικά αν η κοινή γλώσσα ρυθμίζεται έξωθεν (π.χ. αν είναι επίσημη γλώσσα κάποιου εθνικού κράτους). Υπάρχει διαλεκτική σχέση μεταξύ διαφορετικών κοινών γλωσσών (η αργκώ μπορεί να δώσει στοιχεία στη γλώσσα της πολιτικής, π.χ. "νταβατζήδες"). Υπάρχει διαλεκτική σχέση μεταξύ εντελώς διαφορετικών κοινών γλωσσών (π.χ. πρωτοελληνικά και προελληνικά, ή ελληνικά και τούρκικα). Και όλα αυτά επηρεάζονται από την αντικειμενική πραγματικότητα: μέχρι το 1492, καμία Ευρωπαϊκή γλώσσα δεν είχε τις έννοιες "ντομάτα", "ταμπάκο", "εκπολιτίζω"[+] κλπ.

Βασικά γίνεται χαμός και το γεγονός ότι οι αλλαγές κατά κανόνα προκύπτουν από το άθροισμα μικρών, ανεπαίσθητων και σχεδόν συνεχών (με τη μαθηματική έννοια) διαφοροποιήσεων κάθε άλλο παρά βοηθάει την κατάσταση. Αν είσαι γλώσσα (είτε κοινή, είτε ατομική), όχι μόνο θα αλλάξεις στο χρόνο, αλλά επιπλέον δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να ξέρεις από πού σου ήρθε. Μόλις σου έρθει βέβαια, ξέρεις από πού σου ήρθε και μπορείς ενδεχομένως να προβλέψεις πού θα καταλήξει (π.χ. τα τριτόκλιτα "αληθής-αληθούς κλπ" δεν έχουν και πολλή ζωή ακόμα στη Νέα Ελληνική). Υπάρχει δηλαδή αιτιακότητα. Αλλά δεν υπάρχει δυνατότητα πρόβλεψης ούτε κάποια ιδιαίτερη κανονικότητα στο τι ακριβώς σου σκάει στη μάπα. Οπότε, for all practical purposes, το φαινόμενο είναι τυχαίο.

Φτάνουμε έτσι σε μία δεύτερη θεμελιώδη αρχή της Γενικής Γλωσσολογίας: κατά τη διαχρονική[@] τους εξέταση, τα γλωσσικά στοιχεία αλλάζουν με τυχαίο τρόπο. Σημειώνω πως, αν και οι αλλαγές όταν συμβούν έχουν συνήθως καθολικό χαρακτήρα (π.χ. ιωτακισμός του "η" ώστε να προφέρεται "ι" αντί για "εε"), παραμένουν τυχαίες (το "η" θα μπορούσε κάλλιστα να τραπεί σε "ε" και στην πραγματικότητα αυτό ακριβώς έχει γίνει στην ποντιακή διάλεκτο).

Ας τα μαζέψουμε λίγο για να δούμε τι έχουμε πει ως τώρα:
Συγχρονική θεώρηση: η γλώσσα είναι στατική οντότητα που αναδύεται από πάρα πολλές ατομικές γλώσσες. Η γλώσσα έχει πολύ αυστηρές κανονικότητες.
Διαχρονική θεώρηση: η γλώσσα είναι δυναμική οντότητα που αναδύεται από τη γραμμική θεώρηση πάρα πολλών στιγμιοτύπων (καθένα από τα οποία είναι μία full-featured γλώσσα με τη συγχρονική έννοια) στον άξονα του χρόνου.Η γλώσσα έχει τυχαιότητες.

Εδώ τώρα παίζει μία διαπίστωση του θεμελιωτή της Γενικής Γλωσσολογίας F. De Saussure, η οποία είναι τόσο σημαντική που της αξίζει κεφαλαίο αρχικό και bold.

Διαπίστωση: η συγχρονική θεώρηση της γλώσσας και η διαχρονική θεώρηση της γλώσσας δε μπορούν να αποτελούν το αντικείμενο της ίδιας επιστήμης (Θέση FdS).

Η Θέση αυτή, διατυπωμένη από ένα γλωσσολόγο εντός της (ίδιας) γλωσσικής επιστήμης φαίνεται λιγουλάκι αυτοαντιφατική. Επιπλέον έχει δεχθεί αρκετή κριτική, στη βάση του ότι η διαχρονική θεώρηση είναι καμιά φορά χρήσιμη όταν τα βλέπεις συγχρονικά τα πράγματα (π.χ. ερμηνεύει ένα σωρό εξαιρέσεις), ότι οι κανόνες της συγχρονίας δεν είναι τόσο αυστηροί ούτε οι μεταβολές της διαχρονίας τόσο κουκουρούκου κλπ κλπ.

Ο FdS βέβαια δεν ήταν κανένας βλάκας. Ήξερε πολύ καλά ότι στη δικιά του δουλειά, που ήταν βέβαια Γενική Γλωσσολογία, δηλαδή η ίδια επιστήμη, συνυπήρχαν μια χαρούλα η διαχρονική θεώρηση, η συγχρονική θεώρηση καθώς και η παραπάνω Θέση περί ασυμβίβαστου (ομολογουμένως σε ένα πιο μεταγλωσσολογικό επίπεδο). Απλώς του έλειπε το λεξιλόγιο για να διατυπώσει πιο σωστά αυτό που είχε παρατηρήσει, διότι η συστημική θεωρία στην εποχή του ήταν ακόμα σε σπηλαιώδη κατάσταση. Μια τέτοια διατύπωση, όπως την καταλαβαίνω τουλάχιστον εγώ, θα είχε χονδρικά ως εξής:

Η γλώσσα στη διαχρονική της θεώρηση είναι αναδυόμενο χαρακτηριστικό μιας ακολουθίας από γλώσσες στη συγχρονική τους θεώρηση. Κατά συνέπεια, ο όρος "γλώσσα" στις δύο θεωρήσεις σημαίνει εντελώς διαφορετικά πράγματα. Σύγχυση των δύο θεωρήσεων συνεπάγεται σύγχυση επιπέδων και επομένως οδηγεί εκτός επιστήμης.

[καιρός για μία αναλογία: ένα κινηματογραφικό φιλμ αποτελείται από μερικές εκατοντάδες χιλιάδες καρέ. Δείτε κάθε καρέ σαν μια "γλώσσα" με τη συγχρονική έννοια και ολόκληρη την ταινία σαν τη "γλώσσα" με τη διαχρονική έννοια. Ό,τι παρατηρούμε σε όλη την ταινία (π.χ. "η Χ και ο Υ τα φτιάχνουνε" δεν έχει καν έννοια στο επίπεδο των καρέ. Σε αυτήν την περίπτωση οι όροι που χρησιμοποιούνται είναι διακριτοί και πραγματικά όποιος ισχυριστεί ότι το καρέ "γυναίκα με προκλητικό μίνι χαμογελάει σε δυο εργάτες" και το καρέ "γυναίκα χωρίς μίνι με έναν εργάτη στο στόμα και έναν στα βυζιά" είναι το ίδιο πράγμα μόνο και μόνο επειδή ανήκουν στην ίδια ταινία, θα φάει χοντρό κράξιμο]

Διατυπωμένη έτσι η Θέση FdS, είναι πραγματικά πολύ ισχυρή. Πραγματικά δεν επιτρέπει ατάκες του στυλ "ενιαία ελληνική γλώσσα", εκτός αν μπορεί αυτός που τις εκφέρει να αποδείξει στ' αλήθεια ότι η γλώσσα π.χ. της Καινής Διαθήκης και του Ελληνικού Συντάγματος ανήκουν στο ίδιο καρέ, ή έστω στην ίδια σκηνή, αντί για την ίδια ταινία (που είναι και το σωστό). Κατά συνέπεια, για να είναι ένας τέτοιος ισχυρισμός επιστημονικός και όχι ιδεολογικός, πρέπει να παρουσιασθεί μία αρκούντως μεγάλη σειρά από ομοιότητες μεταξύ όλων των φάσεων της ελληνικής γλώσσας (με τη διαχρονική έννοια).

Να το πω πιο απλά: αρκεί να πείσουμε τον εαυτό μας ότι το Χ παιδάκι καταλαβαίνει Ηρόδοτο από το πρωτότυπο και αντιστρόφως ότι ο Ηρόδοτος θα καταλάβαινε το Χ παιδάκι από το πρωτότυπο, ίσως "με λίγη καθοδήγηση".

Αν δειχθεί ότι αυτό που μιλάμε τώρα είναι λίγο-πολύ το ίδιο με αυτό που μίλαγαν πριν 500,1000,2000 χρόνια, θα έχει δειχθεί μία πραγματικά αξιοσημείωτη ιδιαιτερότητα της Ελληνικής γλώσσας: ότι μέσα σε 3000 χρόνια, ο κινηματογράφος "Η Ψωροκώσταινα" προβάλλει το ίδιο καρέ, ίσως με κάποια παιχνίδια φωτισμού και χρωμάτων, αλλά το ίδιο καρέ.

[*] ψαρωτική ορολογία για το "εξέταση του αναδυόμενου κοινού υποσυνόλου των ατομικών γλωσσών σε μία δεδομένη χρονική στιγμή".
[+] "εκπολιτίζω", όχι εκπολιτίζω.
[@] ψαρωτική ορολογία για το "εξέταση μίας κοινής γλώσσας σε βάθος χρόνου"
(συνεχίζεται)